Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου 2010
Ανθούν τα στέκια της μπίρας Ξανθές, μαύρες ή κόκκινες για κάθε γούστο
«Πριν από 16 χρόνια,όταν άνοιξα την πρώτη μπιραρία, το 90% των πελατών που έρχονταν μου ζητούσε “μια πράσινη” ή κάποια από τις μάρκες που βρίσκεις στο περίπτερο.Οταν τους έλεγα πως δεν τις διαθέτουμε,συνήθως η αντίδρασή τους ήταν του τύπου “μα,καλά,μπιραρία είναι αυτή;”. Αυτό πλέον δεν συμβαίνει, καθώς ο κόσμος μάλλον έμαθε να πίνει μπίρα». Τα λόγια του ιδιοκτήτη τριών καταστημάτων με την επωνυμία Ζύθος κ. Μιχάλη Κογκάκη καταγράφουν πιστά την κατάσταση που επικρατεί στα στέκια των «μπιρόβιων» της Αθήνας.
Ως πριν από 20 χρόνια η μπίρα ήταν για τους περισσότερους ένα δευτερεύον ποτό, όμως την τελευταία δεκαετία και παρά τη δύσκολη οικονομική συγκυρία η Αθήνα έχει γεμίσει με δεκάδες καταστήματα που την προσφέρουν αποκλειστικά. Σε αυτά μπορεί να βρει κανείς βαρελίσιες, εμφιαλωμένες, ξανθές, μαύρες, κόκκινες, γερμανικές, τσέχικες, ακόμη και... ιαπωνικές μπίρες. «Αυτό που μου αρέσει πιο πολύ στις μπιραρίεςείναι ότι πρόκειται για έναν χώρο όπου μπορείς να είσαι χαλαρός,να πιεις μια μπίρα ή να απολαύσεις ένα γεύμα. Είναι για όλα τα γούστα και για όλες τις ηλικίες»λέει ο κ. Θανάσης Εξαρχος, θαμώνας σε καταστήματα του είδους. «Παλαιότερα συνήθιζα να θεωρώ την μπίρα εποχικό ποτό,μόνο για το καλοκαίρι.Οι επισκέψεις σε μπιραρίες όμως και η καθοδήγηση από εμπειρότερους... πότες με έκαναν να αλλάξω γνώμη. Πλέον πίνω μπίρα όλον τονχρόνο, και μάλιστα επιλέγω διαφορετικό τύπο ανάλογα με τις καιρικές συνθήκες» συμπληρώνει.
Η εικόνα της σερβιτόρας που βγάζει τα ποτήρια από την κατάψυξη προκειμένου να είναι παγωμένα προκαλεί... σπυριά στους γκουρμέ του ζύθου. «Η μπίρα είναι ένας ζωντανός οργανισμός,η επαφή με το παγωμένο ποτήρι αλλοιώνει τη γεύση της.Για τις περισσότερες μπίρες η σωστή θερμοκρασία είναι τέσσερις με οκτώ βαθμούς» λέει στο «Βήμα» ο ιδιοκτήτης της μπιραρίας Villa Μarietta στον Αλιμο, κ. Μιχάλης Κωτσόπουλος. Ο ίδιος μοιάζει με... κινητή εγκυκλοπαίδεια της μπίρας, καθώς η κάβα του καταστήματός του διαθέτει 131 διαφορετικές μάρκες. «Πρόκειται για έναευγενές ποτό,το μοναδικό ποτό που γνωρίζεις όταν το πίνεις πως δεν θα είναι “μπόμπα ” » συμπληρώνει. Η έκρηξη της συγκεκριμένης
αγοράς έχει δημιουργήσει μια ιδιαίτερα απαιτητική πελατεία. «Δεν μου αρέσει το ότι σε αρκετές μπιραρίες που επισκέπτομαι, ανακαλύπτω πως είμαι πιο ενημερωμένος στα θέματά τηςαπ΄ ό,τι το προσωπικό, συχνά και από τον ιδιοκτήτη. Γι΄ αυτό πλέον επιλέγωπροσεκτικά το πού θα πάω να απολαύσω το αγαπημένο μου ποτό» λέει ο κ. Γιώργος Κετσελίδης , προπονητής μπάσκετ, μέλος της τεχνικής ηγεσίας του Πανελληνίου.
Για τους θαμώνες της μπιραρίας η φθηνή μπίρα ή η μπίρα σε κουτάκι είναι... αιτία πολέμου. «Στο σπίτι μου έχω μόνο μπίρες που θεωρώ ποιοτικές. Τις κοινές τις χρησιμοποιεί η γυναίκα μου για συνταγές μαγειρικής» λέει ο κ. Αργύρης Κώτσης , απολαμβάνοντας τη βαρελίσια βαυαρική μπίρα του. Οι περισσότερες μπιραρίες σερβίρουν και φαγητό, πέρα από αμέτρητες, διαφορετικές ετικέτες μπίρας, συνήθως γερμανικής προέλευσης. «Θεωρώ ότι είναι μια έξοδος που μπορεί να συνδυάσει τα πάντα,φαγητό και ποτό.Επιπλέον δεν χρειάζεται να είναι μεταμεσονύκτια,όπως συμβαίνει με τα μπαρ.Προσωπικά με χαλαρώνει απίστευτα να πίνω τη φρουτώδη μπίρα μου μετά τη δουλειά» λέει η οινολόγος κυρία Φωτεινή Τουνισίδου.
Εκτός από μια ποιοτική έξοδος για τις νεότερες ηλικίες η μπιραρία είναι και μια οικονομική λύση διασκέδασης. «Μία φορά την εβδομάδα δίνουμε τη δυνατότητα στους πελάτες μας να πιουν όση βαρελίσια τσέχικη μπίρα θέλουν με μόλις 11 ευρώ συνολικά.Εκείνη την ημέρα το μαγαζί μοιάζει με φοιτητικό αμφιθέατρο» λέει η κυρία Βερόνικα Κρουσάκοβα, ιδιοκτήτρια της τσέχικης μπιραρίας Ηorse Ηouse στο κέντρο της Αθήνας.
Η στροφή των Ελλήνων σε ποιοτική εισαγόμενη μπίρα έδωσε το έναυσμα σε κάποιους τολμηρούς συμπατριώτες μας να ξεκινήσουν τα δικά τους ζυθοποιεία. Ο κ. Σοφοκλής Παναγιώτου (φωτογραφία) ξεκίνησε μαζί με τον αδελφό του τη μικροζυθοποιία Septem το 2009, στην Εύβοια. «Η μεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων συνεχίζει να θεωρεί την μπίρα ένα καλοκαιρινό δροσιστικό ποτό και όχι ένα ποτό που προσφέρει γαστριμαργική απόλαυση, όπως το καλό κρασί ή το καλό ουίσκι. Σιγά σιγά όμως τα πράγματα αλλάζουν, καθώς φαίνεται ότι και στην μπίρα ο κόσμος αρχίζει να εκτιμά την ποιότητα. Αυτό το κενό έρχονται να καλύψουν οι μικροζυθοποιίες,αφού φυσικά δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τις μεγάλες εταιρείες από πλευράς κόστους ή μάρκετινγκ.Η μεγαλύτερη διαφήμιση για εμάς είναι τα ίδια τα προϊόντα μας».
www.tovima.gr
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου